- κωκυτός
- Ποταμός της Θεσπρωτίας, που μαζί με τον Αχέροντα εκβάλλει στην Αχερουσία λίμνη. Κατά την αρχαιότητα, πίστευαν γι’ αυτόν, όπως και για τον Αχέροντα, ότι τα νερά του ήταν δηλητηριασμένα από ανθρωπόμορφο δράκοντα και ότι μέσω της Αχερουσίας οδηγούσε στον Άδη. Στη δημιουργία αυτών των δοξασιών είχε συντελέσει ο μυστηριακός ρους του ποταμού μέσα από χαράδρες, φαράγγια και άγρια τοπία καθώς και τα έλη της Αχερουσίας που ανέδιδαν αναθυμιάσεις από τη σήψη των καλαμιών. Σύμφωνα με τον Παυσανία, ο Όμηρος θα το είχε παρατηρήσει αυτό πριν ονοματίσει τους ποταμούς του Άδη, δηλαδή τον Κ. και τον Αχέροντα. Ο Κ. ταυτίζεται με τον σημερινό Βουβό, που πηγάζει από τους πρόποδες του λόφου Μαργαρίτη, στα Δ της Παραμυθιάς.
* * *κωκυτός, ὁ (AM, Μ και κωχυτός) [κωκύω]κλάμα, θρήνος (α. «ἀμφὶ δὲ λαοὶ κωκυτῷ τ' εἴχοντο καὶ οἰμωγῇ κατὰ ἄστυ», Ομ. Ιλ.β. «κωκυτοῑς ἐπανθίζει νόμος, Αισχύλ.)αρχ.ως κύριο όν. ό Κωκυτόςο ποταμός τών θρήνων στον Άδη («ἀμφὶ Κωκυτόν τε κἀχερουσίους ὄχθους», Αισχύλ.).
Dictionary of Greek. 2013.